LifeSteps.gr

Pong Quest review

pong quest

Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν από τους μεγαλύτερους κατακτητές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο εν λόγω κατακτητής δεν επιβλήθηκε δια της βίας στις πλατιές μάζες αλλά τις κατέκτησε με την καινοτόμο εμφάνισή και συμπεριφορά του. Ο “κατακτητής” καταγράφηκε στα παγκόσμια χρονικά με το όνομα Pong και οι απανωτές επιτυχίες του δημιούργησαν την βιομηχανία των video games. Η κατακτητική του πορεία ξεκίνησε το 1972 σε συνοικιακά μπαρ και arcades και επεκτάθηκε στην συνέχεια στα σαλόνια και τις κρεβατοκάμαρες μας με τις σπιτικές εκδόσεις του.

Για εμάς έχει τεράστια συναισθηματική αξία διότι υπήρξε το πρώτο παιχνίδι που παίξαμε ποτέ, γίνεται κατανοητή λοιπόν η απόφασή μας να πέσουμε με τα μούτρα στο Pong Quest, την φετινή απόπειρα της “μαμάς” του Pong, Atari, να εμφυσήσει νέα ζωή στον θρύλο της. Το Pong Quest είναι μια δυναμική μείξη RPG και Roguelike στοιχείων που προσαρμόστηκαν πάνω στην Sport διάσταση του πρωτότυπου.

Οι ρακέτες μας ζωντάνεψαν
Το Pong είναι η ψηφιακή αποτύπωση του γνωστού μας επιτραπέζιου τένις εν ονόματι πινγκ πονγκ. Δύο αντίπαλοι στέκονται αντιμέτωποι κινώντας τις ορθογώνιες ρακέτες τους στις δύο αντίθετες άκρες του τραπεζιού και λειτουργούν σαν τερματοφύλακες, δηλαδή εμποδίζουν την μπάλα να περάσει πίσω από την ρακέτα τους. Η απόκρουση είναι το πρώτο σκέλος του gameplay, το δεύτερο είναι η χειραγώγηση της μπάλας με φάλτσο και ταχύτητα τα οποία δεν θα επιτρέψουν στον αντίπαλο να την αποκρούσει.

Το αρχετυπικό gameplay του Pong επιστρέφει στο Pong Quest με αρκετές τροποποιήσεις που το εκσυγχρονίζουν και το εμπλουτίζουν. Όλες οι ρακέτες του Pong Quest είναι πλέον ζωντανές με χαριτωμένες φατσούλες ζωγραφισμένες και ένα σωρό χρώματα και αμφιέσεις. Η ρακέτα που θα μας αντιπροσωπεύσει στην περιπέτεια διαθέτει γκαρνταρόμπα μεγαλύτερη και από βασίλισσα της μόδας. Αλλάζουμε το χρώμα του δέρματος, τοποθετούμε περούκες, καπέλα, κρίκους, σκουλαρίκια, βουνά από αξεσουάρ και διαφορετικά κοστούμια στην ρακέτα μας, δημιουργώντας ένα μοδάτο τέρας του Φρανκενστάιν.

Η παραμετροποίηση της εμφάνισής δεν αποσκοπεί στο να δημιουργήσουμε μια ρακέτα που θα μας μοιάζει. Προσπαθούμε να φτιάξουμε την πιο χαριτωμένη ή εξωφρενική ρακέτα που συμμετείχε ποτέ σε παιχνίδι Pong ώστε να μας κάνει να χαμογελάμε κάθε φορά που την βλέπουμε να χοροπηδά και να δρα.

Στο χιούμορ και τις χαριτωμενιές επικεντρώνονται τα μετριότατα γραφικά και το ισχνό σενάριο. Ο βασιλιάς της χώρας των ρακετών μας αναθέτει να σώσουμε το βασίλειο του από την κακόβουλη επιρροή μαγικών σφαιρών, τρέχα γύρευε δηλαδή. Απομονώσαμε προσεκτικά κάποιες φράσεις του βασιλιά και των NPCs που περιφέρονται σαν τις άδικες κατάρες στα μπουντρούμια και οι οποίες είχαν έντονη χιουμοριστική χροιά. Η αδιαφορία του βασιλιά για τις ζωές των υπηκόων του, το... καυτό ερώτημα του γιατί οι εξωγήινες ρακέτες είναι ίδιες με τις γήινες, η απορία του κοινού για το αν ο μονάρχης του έφτιαξε ασανσέρ για το φεγγάρι με τα λεφτά των φορολογουμένων, αυτά μας διασκέδασαν.

Το υπόλοιπο σενάριο και οι διάλογοι από το ένα αυτί μας μπαίνουν και από το άλλο βγαίνουν. Αντίστοιχη αίσθηση μας προξενεί και η μουσική επένδυση του Pong Quest. Στην διάρκεια της περιφοράς μας στα dungeons, η μουσική είναι αδιάφορη και βαρετή, δεν προξενεί συναισθήματα, δεν μας κινητοποιεί, απλά υπάρχει. Την ώρα της μάχης αποκτά μόνο ουσία, δυναμώνει και μας μετατρέπει σε θεριό ανήμερο με την έντασή της.

Ο βέλτιστος τρόπος για να απολαύσουμε το παιχνίδι είναι η χρήση του gamepad, με το πληκτρολόγιο απλά θα υποφέρουμε. Πρώτος σταθμός του ταξιδιού μας το training dungeon όπου μαθαίνουμε όλες τις πτυχές του gameplay. Αυτές δεν είναι και πολλές. Εισβάλλουμε σε ένα αριθμό από levels καλούμενα dungeons με συγκεκριμένο θέμα έκαστο. Εκεί κατοικούν ως επί το πλείστον εχθρικές ρακέτες που θέλουν να μας διαλύσουν σε ένα αγώνα Pong και τις οποίες ξεπαστρεύουμε για να ανοίξουμε δρόμο προς την έξοδο του dungeon. Τα dungeons χωρίζονται σε τέσσερα πατώματα και στο τελευταίο μας περιμένει το boss για την σύγκρουση που θα ξεκλειδώσει το επόμενο dungeon.

Στα μπουντρούμια δεν τρέχουμε, σαρώνουμε
Η αποφυγή των εχθρών και το τρέξιμο προς την έξοδο του dungeon είναι μέσα στις δυνατότητές αλλά όχι στις προτεραιότητες μας. Αν αποφεύγουμε τις συγκρούσεις, η ρακέτα μας θα έχει λιγοστές απώλειες στο health της όμως δεν πρόκειται ποτέ να ανέβει επίπεδα και να γεμίσει το inventory της με τις καλύτερες μπάλες του παιχνιδιού. Οι εχθρικές ρακέτες περιπολούν στα δωμάτια διαγράφοντας τροχιές τις οποίες μπορούμε να αποφύγουμε. Αν τις πλησιάσουμε σε κοντινή απόσταση, μας παίρνουν χαμπάρι, πετάνε μια αστεία συνήθως ατάκα και μεταφερόμαστε στο πεδίο της μάχης, τον πυρήνα του Pong Quest.

Saint Kotar review

Η πρώτη επαφή με το γήπεδο μας δίνει την αίσθηση ότι γυρίσαμε στο παρελθόν και παίζουμε το original Pong με την μόνη διαφορά ότι οι ρακέτες έχουν φατσούλες και χρώματα. Σύντομα ανακαλύπτουμε τους εκσυγχρονισμούς στην διαχρονική φόρμουλα και τους καλωσορίζουμε. Οι ρακέτες έχουν health το οποίο μειώνεται κάθε φορά που η μπάλα θα περάσει πίσω από την τελική γραμμή του γηπέδου τους. Αντίθετα από το κλασικό Pong λοιπόν, μας ενδιαφέρει να στραγγίσουμε το εχθρικό health προτού στραγγιστεί το δικό μας και όχι να πετύχουμε τους περισσότερους πόντους.

Το παιχνίδι διεξάγεται στην λογική του πινγκ πονγκ όμως η μεγάλη γκάμα από μπάλες που έχουμε στην διάθεσή μας, δημιουργεί πλήθος ευκαιριών για καταπληκτικές μπαλιές. Από τις δεκάδες μπάλες που μαζεύουμε ή αγοράζουμε, αρχίζουμε να διαλέγουμε τις αποτελεσματικότερες, να τις κρατούμε στο inventory και να πετάμε τις υπόλοιπες. Η εναλλαγή τους στην μάχη προϋποθέτει το πάτημα των shoulder buttons για επιλογή και ένα face button για ενεργοποίηση, διαδικασία που διαρκεί δευτερόλεπτα.

Η μπάλα κινείται με μεγάλη ταχύτητα από το ένα “τέρμα” στο άλλο και, αν πάψουμε να την παρατηρούμε για ένα δευτερόλεπτο, θα μπει “γκολ” και θα αποχαιρετήσουμε ένα μέρος του health. Δοθέντος του ότι το health είναι πολύ περιορισμένο αρχικά και το χάνουμε ακόμα και όταν αποκρούσουμε την μπάλα (σε πολύ μικρό βαθμό όμως), η έγκαιρη επιλογή και ενεργοποίηση των μπαλών απαιτεί αστραπιαία σκέψη και αντανακλαστικά.

Δεν μας αρέσει το πινγκ πονγκ, προτιμούμε το σκουός (σύνθλιψη)
Ο αγώνας που αρχίζει σαν πινγκ πονγκ μεταλλάσσεται σταδιακά ολοένα και περισσότερο σε πυγμαχικό αγώνα. Βλέπουμε την μπάλα που σκοπεύει να εξαπολύσει ο εχθρός, αναγνωρίζουμε δηλαδή το επόμενο χτύπημα του και επιλέγουμε την αντεπίθεση μας. Το ασταμάτητο μπρος-πίσω της μπάλας, η ανάπτυξη των πιο πετυχημένων στρατηγικών και η εκτέλεσή τους αποτελούν την πηγή της υψηλής εθιστικότητας του Pong Quest για αρκετές ώρες.

Ακόμα και όταν έχουμε προχωρήσει πολύ στα dungeons, ξεχειλίζουμε από health, έχουμε δεκάδες μπάλες από τις αγαπημένες μας ποικιλίες και δεν χάνουμε με τίποτα αγώνα, εξακολουθεί να μας συναρπάζει ο αφανισμός του health των εχθρών και το ανέβασμα των levels.

Η ρακέτα μας μαζεύει xp με την σέσουλα από τους αγώνες, ανεβαίνει levels και αποκτά ισχυρά upgrades τα οποία διευκολύνουν πολύ την ζωή μας. Το σπουδαιότερο είναι η αύξηση του health και το επιλέγουμε πολύ συχνά. Το πέρασμα της μπάλας πίσω από τους εχθρούς θεωρείται critical, προξενεί το περισσότερο damage και μας σπρώχνει να αποκτήσουμε το upgrade που το αυξάνει. Τα αποκαλυπτήρια όλων των δωματίων ενός ορόφου του dungeon γίνονται από ένα εκ των χρησιμότερων upgrades. Σε γενικές γραμμές, οι κατάλληλες μπάλες και τα σωστά upgrades εξασφαλίζουν την συνεχή ευημερία της ρακέτας μας και την ασφαλή διέλευση από όλα τα levels.

Ενόσω πωρωνόμαστε με όλα αυτά, έρχονται και κάτι μαύρες τρύπες να μας νοστιμέψουν την εμπειρία. Μπαίνοντας σε αυτές οικειοθελώς (δεν μας τραβούν σαν τις πραγματικές μαύρες τρύπες) δεν ξέρουμε τι να περιμένουμε. Θα εμφανιστεί η σαρανταποδαρούσα από το μυθικό Centipede με τα γνώριμα μανιτάρια που την κάλυπταν και θα μας υποχρεώσει να την εξοντώσουμε σε μικρό χρονικό διάστημα; Θα γεμίσει η οθόνη μετεωρίτες και η μπάλα μας θα γίνει μπάλα κατεδαφίσεως για να τους κομματιάσουμε προτού μας αγγίξουν; Δεν έχει σημασία τι θα συμβεί, αυτό που αποθησαυρίσαμε από την εμπειρία των μαύρων τρυπών είναι ο φόρος τιμής σε θρυλικούς τίτλους του παρελθόντος και τον εκτιμήσαμε πολύ.

Μετά από όσα αναφέρθηκαν, άρχισε η κατρακύλα. Τα dungeons είναι μεν random generated και χωρισμένα σε θέματα (παγωμένα βασίλεια, μυστηριώδη δάση κ.ο.κ.) η αναπαράστασή τους όμως είναι πολύ φτωχή. Εκτός από την αλλαγή των χρωμάτων, διακρίνουμε τα ίδια ακριβώς οπτικά χαρακτηριστικά στα δωμάτια διαφορετικών dungeons και η βαρεμάρα μας πλησιάζει επικίνδυνα. Στην είσοδο των δωματίων την έχουν αράξει NPCs που μας αναθέτουν ένα μικρό αριθμό από objectives, την χαρτογράφηση όλου του ορόφου ας πούμε ή την εξόντωση όλων των εχθρών.

Disciples: Liberation review

Οι ίδιοι NPCs εμφανίζονται σε όλα τα dungeons προσφέροντας τα ίδια objectives, νισάφι πια. Κατόπιν συναντούμε διαρκώς έναν τύπο που μοιάζει για καριερίστας σε καρναβάλια ο οποίος μας προτείνει challenges με αυξανόμενο επίπεδο δυσκολίας από dungeon σε dungeon. Στην αρχή, τα επιλέγουμε για να βελτιώσουμε την μνήμη μας απομνημονεύοντας τα χρωματικά μοτίβα τετράγωνων pressure plates για παράδειγμα. Συναντώντας τα ξανά και ξανά, αρχίζουμε να αδιαφορούμε εντελώς για την ύπαρξή τους.

Δεν θα αφήσουμε ρακέτα απρόσβλητη
Είναι αναπόφευκτη μια σχετική ομοιομορφία των εχθρών εφόσον μιλάμε για μπογιατισμένες ρακέτες. Στο normal επίπεδο δυσκολίας οι εχθροί προσφέρουν ακριβώς την κατάλληλη πρόκληση για να μας βελτιώνουν σταδιακά χωρίς να παρουσιάζονται ανίκητοι ή αδύναμοι. Από περιοχή σε περιοχή και, ανάλογα με τον τύπο της ρακέτας που αντιμετωπίζουμε, οι εχθροί διαθέτουν και εξαπολύουν μια νέα σειρά από μπάλες. Με τον τρόπο αυτό, αλλάζοντας δηλαδή μπάλες και άρα στρατηγική στην μάχη, διατηρείται κάπως το ενδιαφέρον μας αλλά όχι μέχρι τέλους. Ξοδέψαμε 15 ώρες για να οδηγήσουμε την ρακέτα μας στον θρίαμβο και, γύρω στα μισά της διαδρομής, αρχίσαμε να αποφεύγουμε αγώνες ενώ μέχρι τότε είχαμε καθαρίσει τους πάντες σε όλα τα δωμάτια.

Η συγκολλητική ουσία που μας κρατά μπροστά στον υπολογιστή μέχρι το φινάλε είναι τα bosses και η ανακάλυψη νέων μπαλών. Οι ισχυρότεροι αντίπαλοι του ταξιδιού μας έχουν άφθονο health, εντυπωσιακή μορφή και πολλές ικανότητες, αρκετές αρετές για να κάνουν τον αγώνα εναντίον τους εντυπωσιακό και αμφίρροπο. Οι μπάλες που προστίθενται συνέχεια στην συλλογή μας είναι ένα ισχυρό κίνητρο για να μαχόμαστε γιατί θέλουμε να δοκιμάσουμε τις δυνατότητές τους, έστω και αν αποδειχτούν… φόλες.

Για παράδειγμα, η μπάλα που γεμίζει τον τόπο μανιτάρια είναι εξίσου καταστροφική για εμάς όσο και για τον αντίπαλο αφού μετατρέπει το “γήπεδο” σε φλίπερ, με τις μπάλες να πηγαίνουν πέρα δώθε χωρίς να υπολογίζεται εύκολα η τροχιά τους. Η μπάλα fireball δεν πρέπει να αγγίξει την ρακέτα μας γιατί θα υποστούμε damage αβάσταχτο, προτιμότερο να την αφήσουμε να μπει “γκολ”. Με trial and error τακτική ανακαλύπτουμε σταδιακά τις ιδιότητες όλων των μπαλών και αντλούμε πρόσθετη ευχαρίστηση από την χρήση τους.

Το quest journal είναι η επιλογή του κεντρικού μενού όπου σβήνουμε την δίψα μας για ατελείωτα στατιστικά και αύξοντες αριθμούς. Καταγράφει όλες τις δραστηριότητες μας και μας σπρώχνει ψυχολογικά με ανανεωμένο πάθος στο σύρσιμο μέσα στα ομοιόμορφα dungeons προς αναζήτηση περισσοτέρων θυμάτων. Η πιο χρήσιμη ενότητα του journal είναι αυτή που περιλαμβάνει όλα τα upgrades που αποκτήσαμε. Γνωρίζοντας πόσα μας λείπουν, θέτουμε και τους αντίστοιχους στόχους, επιλέγοντας αυτά όταν μας δοθεί η ευκαιρία, δηλαδή ανέβουμε level.

Η επίσκεψή μας στο quest journal είναι περιοδική ενώ, αντίθετα, η επίσκεψή μας στο ball library είναι συνεχής. Με 58 μπάλες να ανακαλύψουμε, η προσπάθεια απόκτησης όλων γίνεται ένας πολύ ευχάριστος μαραθώνιος αφού συνεχίζεται σε όλο το playthrough μας. Ταυτόχρονα, έως ότου μάθουμε επακριβώς τις ιδιότητες της κάθε μπάλας, θα επιστρέφουμε στο ball library για να φρεσκάρουμε την μνήμη μας ή για να πληροφορηθούμε τις θαυμαστές ικανότητες της μπάλας που μόλις αποκτήσαμε.

Ο υπολογιστής είναι αξιόλογος αντίπαλος, ειδικά στο μέγιστο επίπεδο δυσκολίας όμως μήπως θα ήταν καλύτερα να απολαύσουμε μια παρτίδα Pong Quest με τους φίλους μας; Σίγουρα η επιλογή αυτή είναι διασκεδαστικότερη, προϋποθέτει όμως κάποια πράγματα που δυστυχώς σπανίζουν. Απολαμβάνουμε στο έπακρο το multiplayer mode του Pong Quest αν προσκαλέσουμε μια παρέα φίλων για να παίξουμε μαζί, δύο εναντίον δύο. Στην χειρότερη περίπτωση, αντιμετωπίζουμε τα αδέρφια μας ένας εναντίον ενός ή δύο εναντίον δύο ανάλογα με το οικογενειακό… εύρος.

Η αναζήτηση αντιπάλου στο διαδίκτυο είναι μια πονεμένη ιστορία. Δοκιμάσαμε την υπομονή μας περιμένοντας να συνδεθούμε με οποιονδήποτε χρήστη για να παίξουμε μια παρτίδα χωρίς περιοριστικούς κανόνες αλλά δεν τα καταφέραμε.

Μπήκαμε, βγήκαμε και δεν θα επιστρέψουμε
Η επιστροφή στις ρίζες είναι πάντοτε ευπρόσδεκτη όταν συνοδεύεται και από τον απαραίτητο σεβασμό προς αυτές αλλά και την δημιουργικότητα που χρειάζεται ώστε, το αναπαλαιωμένο έργο τέχνης, να ισούται με και να ξεπερνά το πρωτότυπο. Το Pong Quest ήταν αναπόφευκτο να ξεπεράσει το πρωτότυπο αφού τα χωρίζει μια γενιά και βάλε, απέτυχε όμως στο να δημιουργήσει ένα τίτλο που θα προξενήσει αντίστοιχους δημιουργικούς τριγμούς στην βιομηχανία των games.

A Memoir Blue review

Οι προσθήκες στο αρχέγονο gameplay του Pong εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα. Εκτός από τα ρεφλέξ, η ποικιλία και οι δυνατότητες των μπαλών ενεργοποίησαν στο έπακρο τις νοητικές μας ικανότητες. Η αφθονία των στατιστικών χόρτασε την ακόρεστη πείνα μας για αριθμούς. Η χαριτωμένη εμφάνιση των χαρακτήρων και το παιδικό χιούμορ ικανοποίησε την ανάγκη μας για ανάλαφρη διασκέδαση. Τα χαμηλά production values και η επαναλαμβανόμενη φύση των δραστηριοτήτων μας οδήγησε όμως στην χαμηλή βαθμολογία που ακολουθεί.

Αρχική δημοσίευση: Gameworld

Exit mobile version